11.3 C
Athens
Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024
spot_img

Η “κλήση” του νερού 15/4

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ | + άρθρα

*Πλένομαι / παθητική φωνή του ρήματος πλένω.

πλένω, πλένουμε, πλένομε, πλένομαι, πλενόμαστε, πλένεις πλένετε, πλένεσαι, πλένεστε, πλενόσαστε, πλένει, πλένουν(ε), πλένεται, πλένονται, έπλενα, πλέναμε, πλενόμουν(α), πλενόμαστε, πλενόμασταν, έπλενες πλένατε, πλενόσουν(α), πλενόσαστε, πλενόσασταν, έπλενε, έπλεναν, πλέναν(ε), πλενόταν(ε), πλένονταν,  πλένονταν, πλενόντανε, πλενόντουσαν, έπλυνα, πλύναμε, πλύθηκα, πλυθήκαμε, έπλυνες, πλύνατε, πλύθηκες, πλυθήκατε, έπλυνε, έπλυναν, πλύναν(ε), πλύθηκε, πλύθηκαν, πλυθήκαν(ε), έχω πλύνει, έχω πλυμένο, έχουμε πλύνει, έχουμε πλυμένο, έχω πλυθεί, είμαι πλυμένος, -η έχουμε πλυθεί, είμαστε πλυμένοι, -ες, έχεις πλύνει, έχεις πλυμένο, έχετε πλύνει, έχετε πλυμένο, έχεις πλυθεί, είσαι πλυμένος-η, έχετε πλυθεί, είστε πλυμένοι -ες, έχει πλύνει, έχει πλυμένο, έχουν πλύνει, έχουν έχει πλυθεί είναι πλυμένος, -η, -ο έχουν πλυθεί είναι πλυμένοι, -ες, -α είχα πλύνει είχα πλυμένο είχαμε πλύνει είχαμε πλυμένο είχα πλυθεί ήμουν πλυμένος -η, είχαμε πλυθεί ήμαστε πλυμένοι, -ες είχες πλύνει είχες πλυμένο είχατε πλύνει είχατε πλυμένο είχες πλυθεί ήσουν πλυμένος, -η είχατε πλυθεί ήσαστε πλυμένοι, -ες είχε πλύνει είχε πλυμένο είχαν πλύνει είχαν πλυμένο είχε πλυθεί ήταν πλυμένος, -η, -ο είχαν πλυθεί ήταν πλυμένοι, -ες, -α θα πλένω θα πλένουμε, θα πλένομε θα πλένομαι θα πλενόμαστε θα πλένεις θα πλένετε θα πλένεσαι θα πλένεστε, θα πλενόσαστε θα πλένει θα πλένουν(ε) θα πλένεται θα πλένονται θα πλύνω θα πλύνουμε, θα πλύνομε θα πλυθώ θα πλυθούμε θα πλύνεις θα πλύνετε θα πλυθείς θα πλυθείτε θα πλύνει θα πλύνουν(ε) θα πλυθεί θα πλυθούν(ε) θα έχω πλύνει θα έχω πλυμένο θα έχουμε πλύνει θα έχουμε πλυμένο θα έχω πλυθεί θα είμαι πλυμένος, -η θα έχουμε πλυθεί θα είμαστε πλυμένοι, -ες θα έχεις πλύνει θα έχεις πλυμένο θα έχετε πλύνει θα έχετε πλυμένο θα έχεις πλυθεί θα είσαι πλυμένος, -η θα έχετε πλυθεί θα είστε πλυμένοι, -ες θα έχει πλύνει θα έχει πλυμένο θα έχουν πλύνει θα έχουν πλυμένο θα έχει πλυθεί θα είναι πλυμένος, -η, -ο θα έχουν πλυθεί θα είναι πλυμένοι, -ες, -α να πλένω να πλένουμε, να πλένομε να πλένομαι να πλενόμαστε να πλένεις να πλένετε να πλένεσαι να πλένεστε, να πλενόσαστε να πλένει να πλένουν(ε) να πλένεται να πλένονται να πλύνω να πλύνουμε, να πλύνομε να πλυθώ να πλυθούμε να πλύνεις να πλύνετε να πλυθείς να πλυθείτε να πλύνει να πλύνουν(ε) να πλυθεί να πλυθούν(ε) να έχω πλύνει να έχω πλυμένο να έχουμε πλύνει να έχουμε πλυμένο να έχω πλυθεί να είμαι πλυμένος, -η να έχουμε πλυθεί να είμαστε πλυμένοι, -ες να έχεις πλύνει να έχεις πλυμένο να έχετε πλύνει να έχετε πλυμένο να έχεις πλυθεί να είσαι πλυμένος, -η να έχετε πλυθεί να είστε πλυμένοι, -ες να έχει πλύνει να έχει πλυμένο να έχουν πλύνει να έχουν πλυμένο να έχει πλυθεί να είναι πλυμένος, -η, -ο να έχουν πλυθεί να είναι πλυμένοι, -ες, -α πλένε πλένετε πλένεστε πλύνε πλύνετε, πλύντε πλύσου πλυθείτε.

*Πρέπει να θυμάστε πως ο κορονοϊός εξαλείφεται πλήρως από το δέρμα όταν πλένεστε καλά με σαπούνι και νερό.

Σκεφτείτε τώρα το νερό να ήταν ιδιωτική υπόθεση. Δηλαδή να το είχαν ιδιωτικές εταιρείες που έτσι κι αλλιώς το εποφθαλμιούν…

spot_imgspot_img

Σχετικά Άρθρα

spot_img

Get in Touch

2,911ΥποστηρικτέςΚάντε Like
36ΑκόλουθοιΑκολουθήστε

Πρόσφατα Άρθρα

This function has been disabled for Press Carnet de Voyage.